ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ

08/12/2009 - 01:59

ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ

Με αδιαπραγμάτευτη τη στρατηγική αρχή ότι η δουλειά είναι δικαίωμα και όχι «ευκαιρία», όπως προσπαθούν να την παρουσιάσουν το κεφάλαιο και τα κόμματά του, το ΚΚΕ απαιτεί και παλεύει για την κατάργηση όλων των ελαστικών μορφών απασχόλησης στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, τη διασφάλιση σταθερής δουλειάς με πλήρη δικαιώματα για όλους ανεξαιρέτως τους εργαζόμενους. Τις διεκδικήσεις αυτές διατύπωσε το ΚΚΕ και στην Πρόταση Νόμου που κατέθεσε την Πέμπτη σύσσωμη η Κοινοβουλευτική Ομάδα του Κόμματος, με επικεφαλής την ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα. Ο τίτλος της Πρότασης Νόμου είναι «Ρυθμίσεις για τις Εργασιακές Σχέσεις στο Δημόσιο και Ιδιωτικό Τομέα, στη βάση της αρχής της πλήρους και σταθερής δουλειάς για όλους με δικαιώματα» και παρουσιάστηκε ολόκληρη στον «Ριζοσπάστη» της περασμένης Παρασκευής. Σήμερα, ο «Ρ» επαναφέρει την Αιτιολογική Εκθεση επί της Αρχής και επί των Αρθρων της Πρότασης Νόμου.

Να διασφαλιστεί για όλους το δικαίωμα στη σταθερή και πλήρη εργασία
Η Αιτιολογική Εκθεση επί της αρχής

Στην Αιτιολογική Εκθεση επί της αρχής, σημειώνεται:

Α. Το ζήτημα των εργαζομένων ορισμένου χρόνου ή των απασχολούμενων με προγράμματα stage, όπως και το ζήτημα της συνεχώς διευρυνόμενης εφαρμογής ποικίλων μορφών ελαστικών εργασιακών σχέσεων τόσο στο Δημόσιο (στενότερο και ευρύτερο) όσο και στον ιδιωτικό τομέα, σε εθνικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης και όπου αλλού κυριαρχούν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εφαρμογής μιας πολιτικής πλήρους ανατροπής των σταθερών εργασιακών σχέσεων και αφαίρεσης εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Η πολιτική αυτή, στα πλαίσια της ΕΕ, εφαρμόζεται από όλες τις κυβερνήσεις των κρατών - μελών, ανεξάρτητα αν σε αυτές συμμετέχουν κόμματα συντηρητικά, σοσιαλδημοκρατικά ή και άλλα που υποστηρίζουν όμως τον «ευρωμονόδρομο».
Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής εκφράζει τις ανάγκες του εκμεταλλευτικού συστήματος και εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων για αύξηση της κερδοφορίας τους, με στρατηγικό στόχο την επικράτηση στον ανταγωνισμό με τα μονοπώλια άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, όπως οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία κ.λπ. Ο πιο πάνω στρατηγικός στόχος ανάγλυφα αποτυπώνεται στις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της Λισαβόνας του 2000 (Στρατηγική Λισαβόνας) και όσες επακολούθησαν για την επίσπευση των μέτρων ενίσχυσης του κεφαλαίου, με στόχο να γίνει η ΕΕ ισχυρότερη οικονομική δύναμη από τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα μέχρι το 2010.

Πολύ περισσότερο, σε συνθήκες διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, τα μονοπώλια επιχειρούν να ξεπεράσουν την κρίση μέσα από την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων και την περαιτέρω μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης.

Την ίδια στιγμή που τα κόμματα του κεφαλαίου, στην πατρίδα μας το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, εφαρμόζουν απαρέγκλιτα την πιο πάνω πολιτική, προσπαθούν με ψεύτικα επιχειρήματα και ψευδεπίγραφους στόχους, όπως αυτών της «αξιοκρατίας», της «πάταξης του ρουσφετιού», της εξασφάλισης δήθεν δουλειάς για όλους, της εξυπηρέτησης δήθεν των αναγκών μερίδας των εργαζομένων που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα καθήκοντα πλήρους και σταθερής εργασίας, όπως οι παντρεμένες με παιδιά γυναίκες, επιχειρούν να αμβλύνουν τις αντιδράσεις των εργαζομένων, να καθηλώσουν το εργατικό, το λαϊκό κίνημα, το κίνημα της νεολαίας, ώστε να περάσουν τα μέτρα που παίρνουν υπέρ του κεφαλαίου με τις λιγότερες δυνατές αντιστάσεις, να αποκρύψουν και να συσκοτίσουν τον πραγματικό χαρακτήρα των μέτρων και την πιο πάνω βασική τους στόχευση.
Αξιοποιούν γι' αυτό τη συμφωνία, την ανοχή ή ακόμα και την επιμέρους διαχειριστικού χαρακτήρα κριτική και των άλλων κομμάτων του «ευρωμονόδρομου», καθώς επίσης και τις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ κ.λπ.) και τον λεγόμενο «κοινωνικό διάλογο», που από κοινού με αυτές προωθούν στις πλάτες των εργαζομένων.
Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της πιο πάνω εκτίμησης είναι το ζήτημα της, προωθούμενης από την νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, κατάργησης των προγραμμάτων stage στο Δημόσιο και της διατήρησής τους στον ιδιωτικό τομέα, όλα αυτά δε στο όνομα της αξιοκρατίας, της πάταξης της ρουσφετολογίας, της υπεράσπισης της αξιοπρέπειας των εργαζομένων.
Στην πραγματικότητα, καταπατά το δικαίωμα στην πλήρη - σταθερή εργασία και οδηγεί (καταδικάζει) στην ανεργία χιλιάδες γυναίκες, νέους και νέες, στο όνομα του περιορισμού των κρατικών δαπανών και των ελλειμμάτων για τα οποία ουδεμία ευθύνη φέρουν οι εργαζόμενοι. Ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετεί και τα συμφέροντα των επιχειρηματιών, που τους επιτρέπει να χρησιμοποιούν ανασφάλιστο και με εξευτελιστικές αμοιβές εργατοϋπαλληλικό προσωπικό.
Η πρακτική αυτή κινείται στα πλαίσια των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων της ΕΕ, συνδέεται και με την εκμετάλλευση της μαθητείας, που χρησιμοποιείται και θα χρησιμοποιηθεί ακόμα περισσότερο για τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης και το χτύπημα εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, διαστρεβλώνοντας την πραγματική ουσία της μαθητείας, όταν και όπου αυτή είναι αναγκαία.
Δηλωτική του υπονομευτικού επί της ουσίας χαρακτήρα των παρεμβάσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ σχετικά με τα δικαιώματα ειδικότερα των εργαζομένων ορισμένου χρόνου, ειδικότερα στο δημόσιο τομέα, είναι και η ρύθμιση του αρ. 103 παρ. 8 Σ που προωθήθηκε από κοινού από τα δύο πιο πάνω κόμματα, με την ανοχή του ΣΥΝ κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται η από τον νόμο μονιμοποίηση των συμβασιούχων ή η μετατροπή των συμβάσεών τους σε αορίστου χρόνου.
Β. Το ΚΚΕ παλεύει σταθερά και αταλάντευτα για την εξασφάλιση πλήρους και σταθερής εργασίας με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, και αντιτάσσεται σε οποιαδήποτε επιχείρηση ελαστικοποίησης των σχέσεων εργασίας και γενικότερα αφαίρεσης των κατακτήσεων των εργαζομένων.
Η δουλειά είναι δικαίωμα, υπέρτερο δικαίωμα, πάγια και διαρκής ανάγκη που δεν μπορεί κανείς να την αντιμετωπίσει ως ευκαιρία και ως αντικείμενο διαγωνισμών.
Το ΚΚΕ αντιτάσσεται και θα αντιταχθεί σε κάθε προσπάθεια συκοφάντησης και ενοχοποίησης του δικαιώματος στην πλήρη - σταθερή εργασία με δικαιώματα, σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Στα πλαίσια αυτής της γενικότερης πολιτικής του, το ΚΚΕ προτείνει μια σειρά από μέτρα, τα οποία κινούνται στις πιο κάτω κατευθύνσεις:
α) Για τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα
  • Ενιαία σχέση εργασίας, αυτή της σχέσης δημοσίου δικαίου.
  • Μονιμοποίηση, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, όλων των εργαζομένων που στην πράξη παρέχουν εξαρτημένη εργασία, με τη μετατροπή όλων των συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας (συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου, συμβάσεις έργου, κ.λπ.), σε συμβάσεις εργασίας δημοσίου δικαίου.
  • Επαναδιορισμός, με σύμβαση εργασίας πλέον δημοσίου δικαίου, υπό ορισμένες εύλογες προϋποθέσεις, εκείνων των εργαζομένων που στην πράξη παρείχαν εξαρτημένη εργασία και των οποίων η σχέση εργασίας έληξε.
  • Κατάργηση των προγραμμάτων stage και μονιμοποίηση, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, του προσωπικού που παρέχει ή παρείχε τις υπηρεσίες του μέσα από τα καταργούμενα προγράμματα.
  • Αναγνώριση ως προϋπηρεσίας για όλες τις συνέπειες, εργασιακές, ασφαλιστικές, συνταξιοδοτικές, όλου του χρονικού διαστήματος που το πιο πάνω προσωπικό προσέφερε τις υπηρεσίες του και ταυτόχρονη απαγόρευση χειροτέρευσης της θέσης του.
  • Κάλυψη των κενών αλλά και των νέων θέσεων που απαιτούνται για την ικανοποίηση των αναγκών με το απαραίτητο προσωπικό με σχέση δημοσίου δικαίου.
  • Περιορισμός στο ελάχιστο, σε καθορισμένες περιπτώσεις, υπό αυστηρές προϋποθέσεις, και μόνο κατ' εξαίρεση της σχέσης εργασίας ορισμένου χρόνου.
  • Επέκταση της μονιμοποίησης και του επαναδιορισμού και στο προσωπικό των ΔΕΚΟ και άλλων επιχειρήσεων ελεγχόμενων αμέσως ή εμμέσως από το Δημόσιο, ανεξάρτητα εάν είναι εισηγμένες ή όχι στο Χρηματιστήριο, καθώς και στις επιχειρήσεις των ΟΤΑ.
  • Κατάργηση της μερικής απασχόλησης και μετατροπή της σχέσης των μερικώς απασχολούμενων σε σχέση δημοσίου δικαίου πλήρους απασχόλησης.
β) Για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα
  • Μετατροπή όλων των υφιστάμενων συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου σε αορίστου, με προοπτική την πλήρη και ουσιαστική κατοχύρωση της σχέσης εργασίας αορίστου χρόνου.
  • Κατάργηση των προγραμμάτων stage και εξασφάλιση της δουλειάς των απασχολούμενων με τα καταργούμενα προγράμματα στους ίδιους εργοδότες, με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου.
  • Κατάργηση όλων των ελαστικών μορφών εργασίας στον ιδιωτικό τομέα (ειδικές μορφές απασχόλησης, όπως συμφωνίες αμοιβής με το κομμάτι - φασόν -, μερική απασχόληση, εκ περιτροπής απασχόληση, τοπικά σύμφωνα απασχόλησης, διευθέτηση του χρόνου εργασίας, ενοικίαση εργαζομένων). Εξασφάλιση της εργασίας των εργαζομένων με τις καταργούμενες ελαστικές σχέσεις στους ίδιους εργοδότες, με σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου.
  • Κατάργηση των Ιδιωτικών Γραφείων Συμβούλων Εργασίας και των Εταιρειών Προσωρινής Απασχόλησης, δηλαδή όλων των δουλεμπορικών γραφείων που εκμεταλλεύονται την αγωνία χιλιάδων, νέων κυρίως, ανθρώπων για δουλειά.
Η νομοθετική παρέμβαση του ΚΚΕ στοχεύει στην άρση της φαλκίδευσης των εργασιακών και κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων που παρατηρείται στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα.
Στα πλαίσια αυτά προτείνει και την κατάργηση του αρ. 103 παρ. 8 του Συντάγματος, που αναφέρεται στην απαγόρευση μονιμοποίησης ή της μετατροπής των συμβάσεων των εργαζομένων ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο σε αορίστου χρόνου.
Παράλληλα, παλεύει για τη διεύρυνση των εργασιακών και κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Το σύνθημα, που πρέπει να αποτελέσει στόχο πάλης του εργατικού, του λαϊκού κινήματος γενικότερα, «πλήρης - μόνιμη δουλειά για όλους με δικαιώματα», είναι πιο επίκαιρο από ποτέ.
Το ΚΚΕ, εκτιμά περαιτέρω ότι για την ουσιαστική επίλυση των προβλημάτων που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις του συνόλου των εργαζομένων, στη βάση της ικανοποίησης, μέσω της εργασίας τους, των σύγχρονων αναγκών τους, απαιτείται η οργανωμένη πάλη τους, με περιεχόμενο την αντίσταση στις αντεργατικές πολιτικές, αλλά και την κατοχύρωση και περαιτέρω διεύρυνση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων τους, κάτι που σχετίζεται με την αλλαγή των συσχετισμών σε συνδικαλιστικό, αλλά και γενικότερα σε πολιτικό επίπεδο, σε επίπεδο εξουσίας.
  
  • Με το άρθρο 1 και ειδικότερα με την παρ. 1 προτείνεται η μονιμοποίηση του προσωπικού που κατά τη δημοσίευση του νόμου υπηρετεί στο δημόσιο τομέα με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, ορισμένου ή αορίστου χρόνου. Επιδιώκεται επίσης η μονιμοποίηση όχι μόνο εκείνου του προσωπικού που συνδέεται με το δημόσιο τομέα με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου, αλλά περαιτέρω και εκείνων των εργαζομένων που στην πραγματικότητα παρέχουν εξαρτημένη εργασία στο δημόσιο τομέα, ανεξάρτητα από το εάν αυτή φέρει τυπικά χαρακτηρισμό ως σύμβαση έργου. Επιδιώκεται ακόμα η μονιμοποίηση όλων των απασχολουμένων στο δημόσιο τομέα μέσα από τα προγράμματα stage.
Με την παρ. 2 προτείνεται η δυνατότητα διορισμού ως μονίμου, με σύμβαση εργασίας δημοσίου δικαίου, εκείνου του προσωπικού που εργαζόταν στο δημόσιο τομέα και η σχέση εργασίας του ήταν εξαρτημένη εργασία ορισμένου ή αορίστου χρόνου, αλλά περαιτέρω και εκείνων των εργαζομένων που στην πραγματικότητα παρείχαν εξαρτημένη εργασία στο δημόσιο τομέα, ανεξάρτητα από το τυπικό χαρακτηρισμό της ως συμβάσεις έργου, όπως και των απασχολουμένων μέσα από τα προγράμματα stage, με κάποιες προϋποθέσεις. Ειδικότερα, απαιτείται η εργασία του πιο πάνω προσωπικού να έληξε μέσα στην τελευταία πενταετία και κατά το χρόνο λήξης της να είχε συμπληρωθεί συνολικό χρονικό διάστημα εργασίας 12 μηνών.
Με την παρ. 3 καθορίζεται ο τρόπος κατάταξης του πιο πάνω προσωπικού, ενώ με την παρ. 4 προβλέπεται ότι η μονιμοποίηση ή ο επαναδιορισμός στο δημόσιο τομέα θα γίνεται κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων, η οποία υποβάλλεται στον οικείο φορέα εντός προθεσμίας τριών μηνών.
Με την παρ. 5 ορίζεται ο χρόνος στον οποίο ανατρέχει η μονιμοποίηση ή αντίστοιχα ο επαναδιορισμός και, επιπλέον, αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία όλο το χρονικό διάστημα πραγματικής εργασίας στο δημόσιο τομέα, με ρητή αναφορά στην απαγόρευση χειροτέρευσης της θέσης των εργαζομένων.
Τέλος, με την παρ. 6 δίνεται με σαφήνεια ο ορισμός του δημόσιου τομέα για τις ανάγκες εφαρμογής της πρότασης νόμου, στον οποίο συμπεριλαμβάνονται ρητά, μεταξύ άλλων, και οι ΔΕΚΟ, άλλες επιχειρήσεις εμμέσως ή αμέσως ελεγχόμενες από το δημόσιο ανεξάρτητα εάν έχουν μετοχοποιηθεί και είναι εισηγμένες ή όχι σε κάποια χρηματιστηριακή αγορά, καθώς και οι επιχειρήσεις των ΟΤΑ.
  • Με το άρθρο 2 περιορίζεται στο ελάχιστο, υπό αυστηρές προϋποθέσεις και μόνο κατ' εξαίρεση και με την προϋπόθεση της σύμφωνης γνώμης της οικείας συνδικαλιστικής οργάνωσης, η σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου στο δημόσιο τομέα. Ειδικότερα, ορίζεται ότι η σύναψη συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου επιτρέπεται μόνο για την κάλυψη πρόσκαιρων και επειγουσών αναγκών, όπως, χαρακτηριστικά, θεομηνιών, σεισμών, φυσικών καταστροφών ή άλλων εξαιρετικά έκτακτων γεγονότων και περαιτέρω, μόνο κατά την περίπτωση εκείνη που οι ανωτέρω εξαιρετικές καταστάσεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από το υφιστάμενο λοιπό προσωπικό. Τέλος, απαγορεύεται ρητά η καταστρατήγηση των εργασιακών δικαιωμάτων, μέσω της πρόσληψης προσωπικού με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου για περίοδο δοκιμασίας.
     
  • Με το άρθρο 3 καταργούνται τα προγράμματα stage στο δημόσιο τομέα. Επίσης, καταργείται η μερική απασχόληση στο δημόσιο, στους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ και τις επιχειρήσεις που αμέσως ή εμμέσως ελέγχονται από το δημόσιο. Λαμβάνεται μέριμνα ώστε οι μερικώς απασχολούμενοι με σχέση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου να μονιμοποιηθούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του πιο πάνω άρθρου 1 της παρούσας πρότασης νόμου.
Ακόμα, καταργείται η δυνατότητα των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης να συνάπτουν με τον ΟΑΕΔ ή θυγατρικές εταιρείες αυτού συμβάσεις, για τη διάθεση για ορισμένο χρόνο, μέχρι 18 μήνες, ατόμων από τα προγράμματα (κατάρτισης ή απόκτησης εργασιακής εμπειρίας) ανέργων του ΟΑΕΔ, για τη διεκπεραίωση εργασιών χορήγησης ασφαλιστικών παροχών. Προσωπικό που ήδη απασχολείται με βάση τις καταργούμενες διατάξεις στους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης μονιμοποιείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 της παρούσας πρότασης νόμου.
  • Με το άρθρο 4, σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, προβλέπεται η μετατροπή όλων των υφιστάμενων συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου σε αορίστου. Επιπλέον, επιδιώκεται η πλήρης και ουσιαστική κατοχύρωση της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου.
     
  • Με το άρθρο 5 καταργούνται τα προγράμματα stage και στον ιδιωτικό τομέα και κατοχυρώνεται η εργασία, με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, των εργαζομένων που παρείχαν τις υπηρεσίες τους σε εργοδότες, μέσω των καταργούμενων προγραμμάτων stage. Επίσης, καταργούνται οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις στον ιδιωτικό τομέα, καθώς επίσης και τα Ιδιωτικά Γραφεία Συμβούλων Εργασίας και οι Εταιρείες Προσωρινής Απασχόλησης. Ειδικότερα:
Με την παρ. 1 καταργούνται τα προγράμματα stage και στον ιδιωτικό τομέα και κατοχυρώνεται η εργασία των απασχολουμένων σε εργοδότες, μέσω των καταργούμενων προγραμμάτων.
Με την παρ. 2 καταργούνται οι ειδικές μορφές απασχόλησης του άρθρου 1 του ν. 2639/1998 (όπως συμφωνίες αμοιβής με το κομμάτι, τηλεργασίας, κατ' οίκον απασχόλησης), οι οποίες είναι καλυμμένες σχέσεις εξαρτημένης εργασίας, που όμως επιτρέπουν στους εργοδότες να φαλκιδεύουν τα εργασιακά (μισθό, ωράριο, αποζημίωση σε περίπτωση απόλυσης, κλπ.) και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων. Ολες οι πιο πάνω συμφωνίες μετατρέπονται αυτοδίκαια σε συμβάσεις αορίστου χρόνου.
Με την παρ. 3 καταργούνται οι διατάξεις που προβλέπουν τη μερική απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα. Οι υφιστάμενες συμβάσεις μερικής απασχόλησης μετατρέπονται σε συμβάσεις αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης.
Με την παρ. 4 καταργούνται οι διατάξεις της παραγρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 2639/1998, που επέτρεψαν την εκ περιτροπής απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα. Πρόκειται για διατάξεις που επέτρεψαν στους εργοδότες να καταστρατηγήσουν, με νόμιμο τρόπο, συλλογικές συμβάσεις εργασίας και εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων (ύψος μισθών, ωράρια εργασίας κλπ.).
Με την παρ. 5 καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2639/1998, οι οποίες καθιέρωσαν τα περίφημα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης. Μέσα από αυτά, με τη σύμπραξη και των οργάνων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών, καταστρατηγήθηκαν και καταστρατηγούνται οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας και βασικά εργασιακά δικαιώματα. Οι απασχολούμενοι με βάση τα καταργούμενα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, αν μεν εργάζονται σε φορείς του δημοσίου ή των ΟΤΑ μονιμοποιούνται, αν δε εργάζονται σε ιδιώτες εργοδότες κατοχυρώνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα, σύμφωνα με τις συλλογικές κλαδικές συμβάσεις και την εργατική νομοθεσία, με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου.
Με την παρ. 6 καταργούνται οι διατάξεις που αναφέρονται στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Με τη λεγόμενη διευθέτηση, καταστρατηγούνται κυρίως το δικαίωμα των εργαζομένων για σταθερή εργασία με συγκεκριμένο ωράριο, όπως και το δικαίωμα της επιπλέον αμοιβής για υπερωριακή απασχόληση.
Με την παρ. 7 καταργούνται οι διατάξεις που επιτρέπουν τη λειτουργία των Ιδιωτικών Γραφείων Συμβούλων Εργασίας.
Με την παρ. 8 καταργούνται οι διατάξεις που επιτρέπουν τη λειτουργία των Εταιρειών Προσωρινής Απασχόλησης και την "ενοικίαση" των εργαζομένων. Κατοχυρώνεται η εργασιακή σχέση των εργαζομένων αυτών, οι οποίοι εξακολουθούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στους λεγόμενους έμμεσους εργοδότες, οι οποίοι πλέον θεωρούνται οι εργοδότες τους και μάλιστα με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου.
  • Στο άρθρο 6 διευκρινίζεται ότι δε θίγονται από την παρούσα πρόταση νόμου και εξακολουθούν να ισχύουν τυχόν ευνοϊκότερες για τους εργαζόμενους διατάξεις που περιέχονται σε νόμο, κανονιστική πράξη της διοίκησης, συλλογική σύμβαση εργασίας ή Διαιτητική Απόφαση.
     
  • Τέλος, στο άρθρο 7 καθορίζεται η έναρξη ισχύος της παρούσας πρότασης νόμου.

 

Βασική Κατηγορία: 

Νέα από το Π.Α.ΜΕ

Τελευταία νέα

Τα πιο διαβασμένα